leash$43831$ - translation to ιταλικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

leash$43831$ - translation to ιταλικό

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Leash (song)

leash      
n. guinzaglio; (fig) freno, controllo; (Venat) gruppo di tre
dog training         
  • Positive reinforcement can involve a game or toy, such as this tennis ball.
  • Training a police dog
  • Rudd Weatherwax trains Lassie.
PRACTICE OF TEACHING BEHAVIORS TO DOGS
Obedience training; Teaching a dog to sit; Dog command; Dog obedience; Dog trainer; Dog behavior training; Dog tricks; Dog obedience course; Obedience class; Puppy training; Training puppies; Dog psychologist; Dog Training; Dog Obedience Training; Dog Training Leash; Dog discipline
Addestramento di cani

Ορισμός

Leash
·vt To tie together, or hold, with a leash.
II. Leash ·noun A string with a loop at the end for lifting warp threads, in a loom.
III. Leash ·noun A thong of leather, or a long cord, by which a falconer holds his hawk, or a courser his dog.
IV. Leash ·noun A brace and a half; a tierce; three; three creatures of any kind, especially greyhounds, foxes, bucks, and hares; hence, the number three in general.

Βικιπαίδεια

Leash (disambiguation)

A leash is a restraint for pets.

Leash may also refer to:

  • Child leash or harness
  • Leash (BDSM), used on humans
  • Leash (Pearl Jam song), a song from the 1993 album Vs.
  • Surfboard leash, the cord that attaches a surfboard to the surfer
  • Among hunters, a collection of three hares is called a "leash"